Η πρόσφατη, καταδικαστική για την πολιτεία, απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών (υποχρέωση αποζημίωσης) για τη δολοφονία από αδέσποτη σφαίρα του 11χρονου Μάριου Σουλούκου στο προαύλιο του 6ου Δημοτικού Σχολείου Αχαρνών τον Ιούνιο του 2017, θέτει το κράτος και την αστυνομία απέναντι στις ευθύνες τους, ως προς την ανοχή που επιδεικνύουν απέναντι στα διάφορα γκέτο εγκληματικότητας.
Ο θανατηφόρος τραυματισμός δεν ήταν ένα "τυχαίο γεγονός" ούτε αποτέλεσμα "ανωτέρας βίας", καθώς η συνεχιζόμενη για πολλά χρόνια κατάσταση ανομίας στη γύρω περιοχή και οι συχνοί πυροβολισμοί στον αέρα έπρεπε να οδηγήσουν σε αυξημένα μέτρα προστασίας, ιδιαίτερα στις κοντινές σχολικές μονάδες και πολύ περισσότερο κατά τη διάρκεια εορταστικών εκδηλώσεων σε αυτές.
Η αυτονόητη συσχέτιση μεταξύ της υψηλής παραβατικής συμπεριφοράς σε μια περιοχή και πολύ επικίνδυνων περιστατικών για τη ζωή των πολιτών, οφείλει να οδηγήσει την αντεγκληματική πολιτική της χώρας μας στη μηδενική ανοχή απέναντι στην ύπαρξη γκέτο και άβατων. Αυτό πρέπει να διατυπωθεί ρητά και να ακολουθείται πίστα από την ελληνική αστυνομία, όσο το δυνατόν ανεξάρτητα από αλλαγές στην πολιτική ηγεσία και την υπηρεσιακή ιεραρχία.
Επίσης, είναι απαραίτητο το πλαίσιο διαχείρισης και ελέγχου των όπλων να γίνει πιο αποτελεσματικό και να οδηγεί στην αποτροπή και εξιχνίαση εγκλημάτων. Η ενσωμάτωση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων είναι μια καλή βάση, πρέπει όμως να συνδυαστεί με την αυστηροποίηση των ποινών σε ότι αφορά τους άσκοπους πυροβολισμούς και κυρίως με ένα επιχειρησιακό σχέδιο που αποβλέπει στην πάταξη του λαθρεμπορίου και της παράνομης οπλοκατοχής.
Σε κάθε περίπτωση, ο Έλληνας πολίτης δεν είναι καθόλου υποχρεωμένος να ζει σε ένα καθεστώς καθημερινής αγωνίας για τη ζωή των παιδιών του, επειδή έτυχε να κατοικεί σε μια δύσκολη γειτονιά ή επειδή διάφοροι ανεγκέφαλοι δεν αποτρέπονται επαρκώς από την παράνομη απόκτηση και άσκοπη χρήση όπλων. Η ασφάλεια είναι ένα πρωταρχικό δικαίωμα που η πολιτεία οφείλει να προσφέρει σε υψηλό επίπεδο προς όλους.