Το Επικίνδυνο "ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ" του Κράτους προς τον ΟΑΣΑ

Επικίνδυνη και αναπάντεχη συνέχεια στο κρατικό "δεν πληρώνω" προς τον όμιλο ΟΑΣΑ (ΟΣΥ - Λεωφορεία, ΣΤΑΣΥ - Μετρό, Ηλεκτρικός κ.α) επεφύλαξε η κυβέρνηση της Ν.Δ, ταυτόχρονα με τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού για τις αστικές συγκοινωνίες της Αθήνας/Αττικής που ξεκίνησαν να υλοποιούνται με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου  161/22.08.2020. 

Την ίδια ώρα που ο κος Μητσοτάκης ανακοίνωνε βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επενδύσεις στο σύστημα συγκοινωνιών, με το άρθρο 110 του νόμου 4714/2020 (31/07/2020) η κυβέρνηση επέφερε «ξαφνικό θάνατο»  στις 4 ενεργές αγωγές του ΟΑΣΑ για οφειλές του δημοσίου προς τον οργανισμό που αφορούν μετακινήσεις ατόμων με πλήρη ή μερική απαλλαγή κομίστρου, διεκδικήσεις ύψους περίπου 500 εκατομμυρίων ευρώ σύμφωνα με εκτιμήσεις. Εντελώς αντισυνταγματικά, επέβαλε ότι «απαιτήσεις παρελθόντων ετών των φορέων παροχής συγκοινωνιακού έργου δεν αναζητούνται», χωρίς καμία πρόβλεψη για συμψηφισμό ποσών σε μελλοντικές πληρωμές ανάλογων υπηρεσιών (που το ίδιο άρθρο επαναδιατύπωσε) ή για συμψηφισμό με κάποια από τα έργα που πρόκειται να γίνουν. 

Το ερώτημα δεν είναι αν πρέπει ή δεν πρέπει, να γίνουν επενδύσεις σε νέες υποδομές (λεωφορεία / συρμοί), να αξιοποιηθεί το ταμείο Ανάκαμψης ή να γίνουν νέες προσλήψεις μετά από τόσο καιρό. Σαφώς και χρειάζεται να γίνουν,  ιδιαίτερα όταν υπεισέρχεται και η αντιμετώπιση του κορωνοϊού COVID-19,  ακόμα κι αν υπάρχουν προβληματισμοί από διάφορες πλευρές για θέματα όπως ο χαλαρός έλεγχος του ΑΣΕΠ στη διαδικασία προσλήψεων, το leasing έναντι των επιδιορθώσεων, οι συμπράξεις και μάλιστα μόνο με τα ΚΤΕΛ κ.α.  

Το ερώτημα είναι αν μπορεί ο ΟΑΣΑ να διαχειριστεί τα επιπλέον οικονομικά βάρη (μισθοδοσίας, leasing, συμπράξεων κ.α), όταν δεν μπορούσε να διαχειριστεί εκείνα που είχε συσσωρεύσει  πριν τη δραματική μείωση του μεταφορικού έργου κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Οικονομικά βάρη που είχαν μαζευτεί τα τελευταία 5 χρόνια, κυρίως λόγω του συστηματικού «δεν πληρώνω» του κράτους και της πολιτικής αβελτηρίας (άκαιρες μειώσεις κομίστρου, δωρεάν μετακινήσεις κ.α). Κακά τα ψέματα, το κράτος συνεχίζει να υποχρηματοδοτεί τη λειτουργία των αστικών συγκοινωνιών, παρά το γεγονός ότι το κόστος τους σχεδόν ελαχιστοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. 

Επίσης, τείνουμε να προσπερνάμε χωρίς μεγάλη σημασία, το γεγονός ότι οι μετοχές του ομίλου των αστικών συγκοινωνιών βρίσκονται στο υπερταμείο από την προηγούμενη κυβέρνηση Σύριζα (είναι η εκχώρηση της δημόσιας περιουσίας για 100 χρόνια… ). Η δυσχερής θέση του ΟΑΣΑ έχει ήδη εντοπιστεί στην 6η έκθεση αυξημένης εποπτείας της χώρας μας (στα πλαίσια του μνημονίου διαρκείας που διαδέχθηκε το τρίτο μνημόνιο…). Εφόσον λοιπόν τα χρηματοοικονομικά δεδομένα δεν είναι ορθολογικά, ανά πάσα στιγμή μπορεί να τεθεί ζήτημα βιωσιμότητας και να μπουν οι συγκοινωνίες σε νέες περιπέτειες που μπορεί να οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτη αύξηση του κόστους υπηρεσιών μέσα από ιδιωτικοποιήσεις. 

Με την ευκαιρία λοιπόν της συζήτησης που θα γίνει στη βουλή όταν έρθει η ΠΝΠ προς κύρωση, η κυβέρνηση οφείλει να εξηγήσει γιατί σβήνει τα προηγούμενα χρέη της προς τον ΟΑΣΑ αντί να τα συμψηφίσει ρητά, ως εγγύηση της εύρυθμης λειτουργίας του και της μελλοντικής χρηματοδότησης του. Επίσης, οφείλει επιτέλους να μιλήσει καθαρά για το σχέδιο της σε ότι αφορά τις συγκοινωνίες: Θα αφήσει τον όμιλο ΟΑΣΑ στο υπερταμείο ή θα δρομολογήσει την αποχώρηση του; Θα συνεχίσει στο πνεύμα του νόμου 3920/2011 (ΠΑΣΟΚ) που έβαλε τον οργανισμό σε  τροχιά εξυγίανσης ή έχει άλλες προτεραιότητες;  Η οικονομική αβεβαιότητα και η ασάφεια των προθέσεων,  συντηρούν μια τελματώδη κατάσταση που απαξιώνει τις δημόσιες επενδύσεις στις συγκοινωνίες και την ποιότητα εξυπηρέτησης του επιβάτη. 


Μέτρα Οικοδόμησης Εθνικής Συνεννόησης και Εμπιστοσύνης

Σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας οφείλουμε όλοι όσοι παρακολουθούμε απ' έξω τα πράγματα, ακόμα και οι λεγόμενοι ειδικοί, να είμαστε πολύ προσεκτικοί στις δημόσιες τοποθετήσεις μας. Το μόνο βέβαιο είναι ότι αγνοούμε σημαντικές λεπτομέρειες και παραμέτρους, δεδομένα που μόνο μια κυβέρνηση μπορεί να έχει στη διάθεσή της. Κανένας λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να απαιτεί από την οποιαδήποτε κυβέρνηση της Ελλάδας μια διπλωματία social media ή reality, όπου ανά πάσα στιγμή θα μοιράζεται με τους πάντες στόχους, σχέδια, αντιδράσεις κ.α. Από την άλλη όμως, είναι αποδεδειγμένα λανθασμένη η μυστική διπλωματία και η έλλειψη συνεργασίας της εκάστοτε κυβέρνησης με τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Η απλή ενημέρωση, συνήθως κατόπιν εορτής,  των υπολοίπων πολιτικών δυνάμεων δεν προσφέρει τίποτα σημαντικό και περισσότερο γίνεται αφορμή εντάσεων.

Δυστυχώς η σημερινή κυβέρνηση  δεν διδάχτηκε από το λάθος της προηγούμενης στο Σκοπιανό, όπου ήταν πρωτίστως η σφικτή κομματική διαχείριση υπεύθυνη για μια συμφωνία που πέρασε κάτω από τη βάση για την Ελλάδα, αφήνοντας ανέγγιχτο τον εθνικιστικό πυρήνα του γειτονικού κρατιδίου.  Σήμερα, με την Τουρκική προκλητικότητα στο ζενίθ, ακόμα και αν η κυβέρνηση διαχειρίζεται την κρίση σε στενό κομματικό κύκλο, είναι αυτονόητο πως είμαστε όλοι ενωμένοι ως μια γροθιά απέναντι σε εκείνους που επιβουλεύονται την εθνική μας αξιοπρέπεια. Στηρίζουμε και αναμένουμε την ξεκάθαρη παρεμπόδιση του Oruc Reis εφόσον διεξάγει έρευνες στην Ελληνική Υφαλοκρηπίδα και την απομάκρυνση του από αυτήν, ζητάμε κυρώσεις από Ε.Ε./ΗΠΑ καθώς και τη διεθνή καταδίκη της Τουρκικής επιθετικότητας.  Από δω και πέρα βέβαια, έχουμε μπροστά μας σε βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα μια σειρά ζητημάτων, που κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε από κοινού και εκ των προτέρων να αξιολογηθούν από τις πολιτικές δυνάμεις, όπως λ.χ.

. Η στρατηγική της σταδιακής επέκτασης των χωρικών υδάτων από τα 6 στα 12 μίλια. Από τη στιγμή που ξεκινάμε την επέκταση στο Ιόνιο, πρέπει να υπάρχει μια πολιτική ολοκλήρωσης μέχρι και το Αιγαίο. Είναι γνωστό ότι το δικαίωμα αυτό δεν χάνεται, όμως η μη εξάσκηση του παγιώνει ειδικές συνθήκες σε βάρος της χώρας. 

. Η πραγματοποίηση της συμφωνία με την Κύπρο για την ΑΟΖ. Είναι φανερό ότι έτσι θα ενισχύσουμε τη θέση μας για την πλήρη επήρεια του Καστελόριζου και θα συμπληρώσουμε το κενό από τη μερική οριοθέτηση με την Αίγυπτο. 

. Η ενίσχυση της διπλωματικής προσπάθειας της χώρας και το ξεκαθάρισμα των κόκκινων γραμμών της. Όλα τα κόμματα και ιδιαίτερα όσα έχουν κυβερνήσει στο παρελθόν έχουν διαύλους επικοινωνίας στο εξωτερικό που μπορούν να ενεργοποιήσουν, ενώ η μεταξύ τους επικοινωνία οφείλει να αποκρυσταλλώσει τις αμετακίνητες και έσχατες γραμμές της Ελλάδας έναντι των Τουρκικών προκλήσεων. 

. Η σοβαρή εκτίμηση των ενδεχομένων από μια προσφυγή σε διεθνές δικαστήριο για τα ζητήματα υφαλοκρηπίδας / ΑΟΖ. Η πολιτική ηγεσία της χώρας οφείλει να έχει στα χέρια της ενδελεχείς αναλύσεις με βάση τις υποθέσεις που έχουν εκδικαστεί σε ανάλογες αντιδικίες με αυτές που έχουμε με την Τουρκία. Θέλουμε την ειρηνική επίλυση αυτών των ζητημάτων, ας είμαστε λοιπόν καλά προετοιμασμένοι. 

. Η αντίδραση στις πολιτισμικές προκλήσεις της γειτονικής χώρας. Η Ελλάδα οφείλει να ξαναθέσει πιο επιτακτικά τα δικαιώματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ιδιαίτερα μετά την προκλητική μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε Τζαμί. Επίσης οφείλουμε να αναδείξουμε σε διεθνές επίπεδο, όχι μόνο σύγχρονα ζητήματα καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την πλευρά της Τουρκίας, αλλά και ιστορικά εγκλήματα όπως π.χ η γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού.

. Η συνεχής αναβάθμιση των αμυντικών δυνατοτήτων της χώρας, της αμυντικής βιομηχανίας καθώς και των υπηρεσιών πληροφοριών. Σε μια εποχή «υβριδικού πολέμου», ραγδαίων τεχνολογικών εξελίξεων και διαρκώς μεταβαλλόμενων γεωπολιτικών συνθηκών, η Ελλάδα οφείλει να βασίζεται στις δικές της δυνάμεις περισσότερο από ποτέ.

Για όλα τα παραπάνω και πολλά περισσότερα (όπως η προοπτική επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος, η προσπάθεια για κοινή αμυντική πολιτική και κοινά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα προβλήματα με το πρόγραμμα κατασκευής Πυρηνικών σταθμών της Τουρκίας κ.α) , θα έπρεπε η κυβέρνηση να ξεκινήσει άμεσα μια σειρά δράσεων - μέτρων που να  αποσκοπούν στην οικοδόμηση μιας στενότερης συνεργασίας μεταξύ των εκπροσώπων του Ελληνικού λαού, όπως π.χ

-  Οι τακτικές συναντήσεις του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών, ανεξάρτητα αν υπάρχει ή όχι ένταση στα εθνικά μας θέματα. Δεν επιτρέπεται αυτό κάθε φορά να είναι ζητούμενο.

-  Η συστηματική συνεργασία στα πλαίσια του κοινοβουλίου αλλά και η απευθείας επικοινωνία μεταξύ των κομμάτων σε κάθε επίπεδο. 

-  Η διερεύνηση αποδοτικότερων μορφών θεσμικής συνεργασίας (Συμβούλιο Ασφαλείας κ.α)

Αν μπορούσαμε να κινηθούμε επιτέλους σε αυτή τη κατεύθυνση, πέρα από την καλύτερη διαχείριση των εθνικών μας θεμάτων, θα αναβαθμιζόταν πιστεύω και ο δημόσιος διάλογος που γίνεται γύρω απ’ αυτά. Ένας διάλογος που πολύ συχνά διεξάγεται στη βάση ενός υποβόσκοντος  διχασμού μεταξύ "εθνοπροδοτών¨ και "εθνικιστών",  ο οποίος  τροφοδοτείται από την  έλλειψη επαρκούς συνεννόησης μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.

Η ενότητα και η εμπιστοσύνη μεταξύ των Ελλήνων, μέσα από τις όποιες διαφορετικές προσεγγίσεις, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την υπεράσπιση της εθνικής μας ακεραιότητας και όχι μόνο. Ας μην ξεχνάμε ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο στην προοπτική της πολύπλευρης συνεργασίας των λαών στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια είναι η εθνικιστική και αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας, κάτι που μόνο μια ενωμένη και ισχυρή Ελλάδα μπορεί να κάμψει.